(Το ακόλουθο κείμενο δημοσιεύτηκε την 10η Σεπτεμβρίου 2010 στην εφημερίδα Κηφισιά)
Στα «Εξ Αμάξης» της εφημερίδας που κρατάτε στα χέρια σας, της 8ης Ιουλίου του 2005, 11 μήνες μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες, μαθαίνουμε ότι επί τέλους “Πέρασε η Αλάσκα στα χέρια του Δήμου ύστερα από πολυετή περιπέτεια που συμπεριλάμβανε και αρκετές διαφορετικές περιπέτειες με τους προηγούμενους ενοικιαστές της. Διαπιστωνόταν τότε ότι η κατάσταση του οικήματος ήταν άθλια δημιουργώντας διλήμματα στο Δήμο, αν θα πρέπει να την κατεδαφίσει και να την ξαναφτιάξει από την αρχή. Το σχόλιο έκλεινε με την ευχή να μην καταστραφεί ανεπανόρθωτα η αίγλη που είχε κάποτε το όνομά της...”
Στα πρακτικά για τον προϋπολογισμό του 2006, στις 28 Δεκεμβρίου του 2005, διαβάζουμε ότι έχει ενταχτεί να γίνει για το 2006, εκτός από το υπόγειο γκαράζ της πλατείας Πλατάνου και η ανάπλαση - εκμετάλλευση του δημοτικού κτιρίου «ΑΛΑΣΚΑ» στο Κεφαλάρι, μετά την ολική καταστροφή της από πυρκαγιά.
Στις 3 του Οκτώβρη του 2006, στην παρουσίαση του προγράμματος του Νίκου Χιωτάκη στο κέντρο ΓΑΙΑ του Μουσείου Γουλανδρή, γίνεται πάλι αναφορά στην ανακατασκευή της «ΑΛΑΣΚΑ», που κατατάσσεται σε εκείνα τα θέματα που επί χρόνια «καίνε» και ζητούν λύσεις.
13 μήνες αργότερα, στις 16 Νοεμβρίου του 2007, ο τότε Πρόεδρος της Αναπτυξιακής του Δήμου και δημοτικός σύμβουλος Αντώνης Βάρδας, σε συνέντευξη συνεργάτου της εφημερίδας Κηφισιά, αναφέρθηκε αφενός στην μελέτη ανακατασκευής που ετοίμασε αφιλοκερδώς το αρχιτεκτονικό του γραφείο αλλά και στους λόγους που κρατούσαν ακόμα την υπόθεση σε ακινησία...
Διασαφήνιζε τότε ο κύριος Βάρδας ότι η νέα «ΑΛΑΣΚΑ», προβλέπεται να ανακατασκευαστεί σε μειωμένη του υφιστάμενου κτιρίου επιφάνεια, που θα συνίσταται σε ένα μονώροφο και πετρόχτιστο κτίριο με ξύλινα κουφώματα και κεραμίδια.
Όμως συνέχιζε στην συνέντευξη του, το συγκεκριμένο έργο έχει κολλήσει στο δασαρχείο διότι απαιτείται έγκριση από εκεί προκειμένου να μας δώσει την άδεια το ΥΠΕΧΩΔΕ....
Ξέρετε, σήμερα που μιλάμε, τίποτα νεώτερο δεν έχει ανακοινωθεί για το συγκεκριμένο θέμα και «κακός» παραμένει ο υπεύθυνος δασάρχης...
Είναι όμως αυτός ο υπεύθυνος των αφάνταστων παλινωδιών που χαρακτηρίζουν ένα από τα λεγόμενα καυτά θέματα της Κηφισιάς κυρίως για λόγους θύμησης και συμβολισμού;
Δεν θα κάνω υποθέσεις... Δεν είναι αυτός ο ρόλος μου... Θα ρωτήσω απλά, εάν έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί δεν μας ενημερώνουν από την Δημοτική αρχή για τους λόγους που το θέμα έχει κολλήσει στο Δασαρχείο... Τι θέλει επιτέλους ο κύριος δασάρχης και ποιος είναι αυτός που τολμά εν μέσω ενός προγράμματος αντιμετώπισης κρίσεων στο οποίο βρίσκεται ολόκληρη η χώρα, να συνεχίζει να ανθίσταται κρυπτόμενος πίσω από γραφειοκρατικά τερτίπια;
Η μήπως δεν είναι τερτίπια αλλά λόγοι από εκείνους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τον οιονδήποτε γραφειοκράτη επί χρήμασι κρεμάμενο...
Εκείνο που δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερα ερωτηματικά σε μας, τους απλούς δημότες της Κηφισίας, είναι το κλίμα των συζητήσεων, τα πονηρά χαμογέλα και τα συνεχή υπονοούμενα για τους πραγματικούς λόγους αυτής της κωλυσιεργίας...
Δεν θα κρύψω ότι ένας από τους λόγους που υπέπεσαν στη δική μου αντίληψη είναι ο ανταγωνισμός των γειτονικών ιδιωτικών καταστημάτων του Κεφαλαρίου. Από την στιγμή που στρογγυλοκάθισε ο ανταγωνισμός στον περίγυρο της πλατείας, δεν θέλει ένα προβαλλόμενο όνομα, ένα όνομα που είναι συνυφασμένο με την σύγχρονη ιστορία της Κηφισιάς, να του κάνει χαλάστρα στις δουλειές του.
Αν αυτή η υπόθεση εργασίας βρίσκεται και στη σκέψη όλων εκείνων, δημοτικών συμβούλων και μη, που χαμογελούν πονηρά σε κάθε αναφορά του θέματος, οδηγούμαι στο επόμενο ερώτημα που είναι, γιατί δεν μιλούν ανοιχτά, γιατί δεν λένε ότι έμαθαν αυτό ή τους είπαν το άλλο και ότι εν πάση περιπτώσει προσπαθούν να τα διασταυρώσουν;
Γιατί, όσοι είναι δημοτικοί σύμβουλοι από τους υπονοούντες, δεν αποφασίζουν να φέρουν τα ερωτήματα και τις πληροφορίες που έχουν στο επόμενο Δημοτικό συμβούλιο ώστε να παύσει επιτέλους να αιωρείται καπνός και δυσπιστία για το έργο και το ήθος των συμβούλων είτε της κυβερνώσας παράταξης είτε της αντιπολίτευσης;
Αντί αυτού η σιγή συνεχίζεται... Σιγή που θυμίζει Ομερτά και που φέρνει άλλους συσχετισμούς στο μυαλό μου που ειλικρινά δεν θέλω να σκέπτομαι ούτε υποθέτω εσείς αγαπητοί αναγνώστες.
Αντίθετα, ακούω συνεχώς για ομάδες και υποομάδες που είναι έτοιμες να φτιάξουν ένα ακόμα σύλλογο, ένα σύλλογο για τη «Νέα Αλάσκα...» «Εμπρός για τη Νέα Αλάσκα» διότι οι παλαιοί και ρομαντικοί της θαμώνες το απαιτούν...
Πολύ λυπάμαι για το ότι αυτός δεν είναι ο ενδεικνυόμενος τρόπος για να έχουμε αποτέλεσμα στη συγκεκριμένη ή σε κάθε ενέργεια σε αυτή την πόλη.
Όταν με αναφορές σε θύμησες και ρομαντισμούς ανασκαλεύουμε τα συναισθήματα και τα όνειρα του παρελθόντος για να προσφέρουμε έργο, αυτό σημαίνει ότι δεν είμαστε ικανοί να λειτουργήσουμε ορθολογικά και να υλοποιήσουμε το έργο επειδή έχει προγραμματιστεί και ενταχτεί σε κάποιο προϋπολογισμό.
Όταν ένα έργο κωλυσιεργεί, η κάθε δημοτική αρχή οφείλει όχι να απολογηθεί αλλά να εξηγήσει με πειστικά επιχειρήματα τους λόγους της κωλυσιεργίας. Αν φταίει ο δασάρχης να ζητηθούν ευθύνες, αν πάλι φταιει το ΥΠΕΧΩΔΕ να ζητηθούν εκεί οι ευθύνες και αν υπαίτιος της όλης κατάστασης είναι ο Δήμαρχος, επίσης.
Και αν αποδειχτούν οι ευθύνες, οι υπεύθυνοι να υποστούν κυρώσεις. Αν δε σε αυτές υπάρχουν και οικονομικά υπονοούμενα, δόλιοι ανταγωνισμοί ή άλλα περίεργα και εκτός νόμου, να παρέμβει ο εισαγγελέας... και μάλιστα αυτεπαγγέλτως χωρίς καταγγελίες διότι στην ουσία αυτός είναι ο ρόλος του εισαγγελέα.
Μια άλλη ιστορία με βαρύ συναισθηματισμό και ακόμα βαρύτερη σφραγίδα στα του τόπου μας είναι αυτή του θερινού κινηματογράφου της Μπομπονιέρας.
Έχουν περάσει περισσότερα από δυο χρόνια από τότε που έγγραφα για το θέμα και παραθέτω ακολούθως το κείμενο εκείνων των ημερών, σχεδόν αυτούσιο.
«H Μπομπονιέρα...
Μεγαλώσαμε με το άκουσμά της λέξης ως αναπόσπαστο συστατικό των παιδικών μας αναμνήσεων, εμείς οι παλιοί, οι ντόπιοι Κηφισιώτες.
Η Μπομπονιέρα, μαζί με το κτήμα όπου στήθηκε το πρώτο εμπορικό κέντρο της Κηφισιάς, οι «Κερασιές», και τον χώρο του Μίνι Γκολφ, όπου στεγάζεται σήμερα σειρά καταστημάτων και η Τράπεζα HSBC (σήμερα έχει μεταφερθεί στην πλατεία Πλατάνου) αποτελούσαν, κατά την δεκαετία του 50 και εν μέρει την δεκαετία του 60, το τρίγωνο διασκέδασης των παλιών Κηφισιωτών.
Ήταν οι χώροι που ο κάθε λαός και η κάθε κοινωνία θα φρόντιζαν να διατηρήσουν πάσει θυσία ανέπαφους στο κέντρο μιας πόλης ή τουλάχιστον θα διαμόρφωναν για τις σημερινές ανάγκες, με σεβασμό στην ιστορική και πολιτιστική τους συνεισφορά.
Αυτό δυστυχώς δεν συνέβη στην Κηφισιά και μάλιστα σε εποχές που η αξία της γης υπολειπόταν σημαντικά πολλών περιοχών της Αθήνας. Διανύαμε τότε την εποχή του πυρετού της αστυφιλίας και εκείνοι που είδαν την ευκαιρία για την μελλοντική αξία της γης, δεν ήταν οι κατά παράδοση αδρανούντες Δημοτικοί άρχοντες αλλά οι λίγοι προνοητικοί επιχειρηματίες...
Έτσι χάσαμε ενωρίς τις ρομαντικές βραδιές που προσέφερε ο Νίκος Γούναρης στην πίστα του Μίνι Γκολφ αλλά και το δίδυμο Χιώτη - Λίντας στο κέντρο «Κερασιές» απο όπου και το όνομα του ομώνυμου εμπορικού κέντρου.
Αναμφισβήτητα, η διασκέδαση σήμερα έχει αλλάξει ενώ οι παλιοί τροβαδούροι έφυγαν απο τη ζωή. Όμως αυτό δεν σημαίνει οτι χώροι ζωτικής πολιτιστικής έκφρασης για την πόλη μας όπως οι παραπάνω, έπρεπε να εγκαταλειφθούν και να αλλάξουν χρήση μετατρεπόμενοι σε άχαρες συστάδες εμπορικών καταστημάτων.
Πολλοί θα ισχυριστούν ότι ήταν αναμενόμενο, σε μια πόλη που ακόμα και σήμερα στερείται ορθολογικού πολεοδομικού σχεδιασμού με ανεπαρκή μέριμνα για την εξυπηρέτηση του υπερτετραπλάσιου απο τα ρομαντικά χρόνια πληθυσμού της, να μονοπωλήσουν την πρωτοβουλία των εξελίξεων οι ιδιοκτήτες γής που έδινε γοργά δραματικές υπεραξίες...
Η Μπομπονιέρα είναι η μόνη που παραμένει, αν και παραμελημένη, θυμίζοντας οτι κάποτε, εκτός από «το καλοκαιρινό cinema» ήταν και ο χώρος όπου άρχιζαν και έκλειναν τις θεατρικές τους περιοδείες αγαπημένοι ηθοποιοί όπως η Γεωργία Βασιλειάδου και ο Βασίλης Λογοθετίδης.
Έχοντας εγκαινιαστεί το 1919, θεωρείται η αρχαιότερη «επιζήσασα» θερινή αίθουσα της Αθήνας. Το 1994 το ΥΠΕΧΩΔΕ κήρυξε το σύνολο του οικοπέδου της «Μπομπονιέρας» διατηρητέο, όπως και τη χρήση της γης ενώ αργότερα συμπεριελήφθη στους 47 θερινούς κινηματογράφους του Λεκανοπεδίου Αθηνών με διατηρητέα χρήση. Συγκεκριμένα με το υπ’ αριθμ. 7493Β/22-6-07 έγγραφο του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και σε απάντηση σχετικής ερώτησης του Βουλευτή κ. Φώτη Κουβέλη, χαρακτηρίστηκε (23.7.94 Π.Δ/γμα - ΦΕΚ 837/Δ/94) ως σημείο πολεοδομικού ενδιαφέροντος της πόλης.
Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε οικοδομική εργασία στο συγκεκριμένο οικόπεδο με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, απαιτεί έκδοση συμπληρωματικής Υπουργικής Απόφασης (ειδικής ρύθμισης) σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 1577/85 και των τροποποιήσεων του με το άρθρο 3 του Ν. 2831/2000 (ΦΕΚ 140A/2000).
Σήμερα, η ιδιοκτησία έχει μεταπωληθεί σε ισχυρό επιχειρηματία –κατασκευαστή, τον κύριο Χαραγκιώνη, με σημαντική παρουσία στην Κηφισιά, έναντι τιμήματος που ακόμα και αν παρέμενε το ίδιο, θα ήταν δυσβάσταχτο για τις δυνατότητες και τα μεγέθη του τρέχοντος δημοτικού προϋπολογισμού.
Σε μια τέτοια εξέλιξη αγνοείται ασφαλώς η επιθυμία του σημερινού ιδιοκτήτη, άνευ της συγκατάθεσης του οποίου η οποιαδήποτε προσπάθεια του δημάρχου, με την ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, θα ήταν υπερ του δέοντος χρονοβόρα ως διαδικασία ή ακόμα και αδύνατη.
Σε κάθε περίπτωση και με τους οιωνούς υπερ της αξιέπαινης πρωτοβουλίας του κυρίου Χιωτάκη να απαλλοτριώσει τον χώρο αλλά και των συστηματικών παρεμβάσεων του κυρίου Κουβέλη, του Συνασπισμού, (σήμερα ηγείται της ανανεωτικής αριστεράς...) το κόστος μιας τέτοιας ενέργειας παραμένει εξωπραγματικό για τις δυνατότητες του δήμου Κηφισιάς.
Το ερώτημα λοιπόν παραμένει... Ποια η σκοπιμότητα της πρόσφατης αναθέρμανσης του θέματος και των υποσχέσεων του κυρίου δημάρχου, σε εκπρόσωπο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., για την άμεση ενεργοποίηση αρμόδιας επιτροπής χειρισμού του θέματος;
Αν παραβλέψουμε το οτι όταν απουσιάζει η επιθυμία να γίνει έργο, δημιουργούνται επιτροπές για να επιληφθούν του έργου, το ερώτημα παραμένει στο ποια θα είναι η διαδικασία και με τι σκεπτικό ή με ποια τυχόν συμβιβαστική πρόταση προς τον ιδιοκτήτη-επιχειρηματία, η δημοτική αρχή θα πετύχει να διατηρήσει «την πίττα ολόκληρη με τον σκύλο χορτάτο...»
Όπως γίνεται φανερό από την τότε αναφορά στο θέμα και τις σημερινές εξελίξεις τίποτα δεν συνέβη ενώ ο ιδιοκτήτης επιχειρηματίας έχει φτάσει στο σημείο να προκαλεί τη Δημοτική αρχή να του προτείνει εύλογο τίμημα μέχρι το τέλος του 2010 για την εξαγορά του χώρου.
Το όλο θέμα παραμένει στην κατηγορία όσων προκαλούν την συναισθηματική φόρτιση κάποιων ρομαντικών που περιέργως αρέσκονται στο να προτάσσουν λογικές και λύσεις πολιτευμάτων ολοκληρωτικής προέλευσης...
Είτε μιλάμε για την Αλάσκα είτε για την Μπομπονιέρα, προφανώς υπάρχουν και πολλά άλλα θέματα, ακόμα σημαντικότερα από πρακτικής πλευράς αλλά λιγότερο πιασάρικα, ιδιαίτερα σε εποχές που προηγούνται πολιτικών και εκλογικών αναμετρήσεων, ένα είναι το στοιχείο που παραμένει σταθερά επαναλαμβανόμενο.
Ότι τα θέματα αυτά αρέσκεται να παραμένουν άλυτα διότι θα καρποφορήσουν και στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις και θα ομορφύνουν υποσχεσιακά τις σελίδες και άλλων Δημοτικών απολογισμών, για εκείνους τουλάχιστον εξ ημών που στερούνται μνήμης...
Η ιστορία του Ελληνικού Χρέους...
Αλάσκα και Μπομπονιέρα, οι πέτρες ενός αέναου «ρομαντικού;» σκανδάλου...
Αναρτήθηκε από Παναγιώτης Μπαζιωτόπουλος στις Thursday, October 21, 2010
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment