Η ιστορία του Ελληνικού Χρέους...

Οι βολικοί μύθοι για τη βία

(Το ακόλουθο άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΚΗΦΙΣΙΑ την 21η Μαϊου 2010)

Δεν είναι πολλές οι μέρες από την 5η Μαΐου του 2010, τη μέρα που μερικοί ανεγκέφαλοι νεολαίοι έκαψαν τρεις νέους συνανθρώπους μας που δεν έκαναν τίποτα χειρότερο από το να θέλουν να εργαστούν διότι διαφωνούσαν με την λογική των απεργών...

Όσο και αν δεν αρέσει σε αρκετούς, το δικαίωμα στην εργασία είναι όσο ισχυρό και το δικαίωμα στην άρνηση εργασίας ή στην απεργία αρκεί να γνωρίζουν οι απεργοί τα δικαιώματα και τα όρια των αντιδράσεών τους σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα..

Αναγνωρίζω ότι τελευταία έχει ανάψει η συζήτηση για το εάν έχουμε πραγματικά δημοκρατικό πολίτευμα και αν αυτό είναι όσο αντιπροσωπευτικό και ευέλικτο απαιτεί η εποχή μας.

Προφανώς και έχει ελαττώματα η κοινοβουλευτική μας δημοκρατία. Προφανώς και δεν είναι εύκολο ο απλός πολίτης να περάσει τα μηνύματά του στην κορυφή της ηγεσίας και αυτά τα μηνύματα να γίνουν τα θέλω της πολιτείας μέσω νέων νομοθετημάτων και αποφάσεων.

Όμως η αντιμετώπιση αυτής της δυσλειτουργίας δεν είναι ούτε η επανάσταση κατά του πολιτεύματος ούτε η βία κατά αθώων πολιτών από τις μειοψηφίες των αντιδρώντων.

Στη βία αντιτάσσεται πάντα βία και τελικά όλοι βγαίνουν χαμένοι.

Είναι σαν τη μάχη που αφήνει τους αντιμαχόμενους στρατούς διαλυμένους, τους λαούς τους κατεστραμμένους ενώ ανοίγει καταπληκτικές ευκαιρίες στα όρνεα της ευκαιρίας να κατασπαράξουν ανενόχλητα ότι απέμεινε όπως, καλή ώρα, οι κερδοσκόποι που εξαπέλυσαν oι οίκοι ανοχής και διαχείρισης του επενδυτικού πλούτου.

Ας μην εκπλαγούν όμως όσοι θεωρούν ότι αυτά τα όρνεα της ευκαιρίας διαχειρίζονται οτιδήποτε διαφορετικό από τις οικονομίες του απλού κοσμάκη, των ασφαλιστικών ταμείων δηλαδή, που αγωνιούν για το πως οι συντάξεις θα παραμείνουν συντάξεις και όχι ελεημοσύνες στο τέλος της ωρίμανσης των ασφαλιστικών εισφορών.

Η προκλητική συμπεριφορά των διαχειριστών τους δεν εκφράζει τίποτα περισσότερο από το άγχος για το αν τελικά θα λάβουν την πολυπόθητη και παχυλή αμοιβή που τους αναμένει ως ποσοστό της επιτυχίας τους.

Άρα το πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση της ρίζας ενός τόσο μεγάλου προβλήματος είναι η βαθύτερη γνώση του τι συμβαίνει και του γιατί συμβαίνει. Εάν ξέρουμε τι κινεί και από που πηγάζει η κερδοσκοπία δεν καίμε τους συμπολίτες μας για να την σταματήσουμε αλλά διαμορφώνουμε του κανόνες που μπορεί να μη εξαφανίσουν το κίνητρο της προσμονής στο κέρδος αλλά θα το ελέγξουν πριν διαμορφωθούν οι ανεξέλεγκτες καταστάσεις που γνωρίσαμε.

Όταν υπάρχουν όρια στην κερδοσκοπία αυτή δεν αποκτά την κρίσιμη μάζα που ευνοεί ανεξέλεγκτες διαδικασίες όπως εκείνες που οδηγούν σε πυρηνική έκρηξη... Τα όρια είναι οι μηχανισμοί ελέγχου που κάνουν τη διαφορά μεταξύ ενός πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και μιας πυρηνικής βόμβας.

Δυστυχώς, στις ΗΠΑ, τη χώρα όπου διαμορφώνεται και αναπνέει η σύγχρονη κεφαλαιαγορά, οι μηχανισμοί έλεγχου αφαιρέθηκαν με κυβερνητικές παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες μόνο και μόνο για να απελευθερωθεί κάθε δυνατότητα αντιμετώπισης της χιονοστιβάδας του εμπορικού ελλείμματος με ταυτόχρονη απόκρυψη της αυξανόμενης αδυναμίας να καλυφθούν οι στρατιωτικές δαπάνες που επέβαλε η διατήρηση της παγκόσμιας κυριαρχίας τους.

Εμάς, εδώ στην Ευρώπη, μας πήραν απλά τα απόνερα από τις μανούβρες αυτής της προσπάθειας απελευθέρωσης (deregulation) των αγορών.

Εμείς όμως, οι Ευρωπαίοι, είχαμε ήδη πληρώσει το συνολικό κόστος των πολέμων του ΙΡΑΚ και του Αφγανιστάν από τις αρχές του 2008 μέσω των αγορών ευφάνταστων προϊόντων δημιουργικής επενδυτικής με άγνωστο ύψος ενσωματωμένου κινδύνου.

Τελικά τα προϊόντα αυτά, αν και δημιουργήματα των λαμπρότερων μαθηματικών μυαλών των Αμερικανικών πανεπιστημίων, αποδείχτηκαν βόμβες ανεξέλεγκτης σχάσης στα χέρια των αγοραστών τους.

Και δεν μείναμε μόνο εκεί... Αυτό που ακολούθησε ήταν πολύ ποιο δραματικό αν και παραμένει σε κατάσταση νάρκης με την Ελλάδα να έχει προταθεί ως το ινδικό χοιρίδιο στο σώμα του οποίου εξελίσσονται οι τεχνικές και τα εμβόλια αντιμετώπισης του Αμερικανικού χρηματοπιστωτικού ιού.

Όμως οι τεχνικές και τα εμβόλια δεν μπορούν να συμπεριλάβουν και την μέθοδο της καύσης των ζωντανών. Ο Μεσαίωνας των μαγισσών και της δεισιδαιμονίας είναι πίσω μας. Η πολιτικός λαϊκισμός στα όρια του πολιτικού αναλφαβητισμού δεν μπορεί να συμπεριλάβει μεθόδους εξαγνισμού που προκαλούν την φρίκη για να υποστηρίξει την οιαδήποτε θεώρηση και λογική αντιπαλότητας απέναντι στο κατεστημένο που με περισσή αφέλεια εξισώνεται με τις ατυχέστερες εκφράσεις ενός ανεξέλεγκτου καπιταλισμού.

Παράλληλα οι τεχνικές και τα εμβόλια δεν μπορούν να περιλάβουν δικαιολογίες από αυτές που μάθαμε να προβάλουμε εμείς οι Έλληνες στην παραμικρή δυσκολία που εμφανίζεται στον δρόμο μας.

Δεν μπορούμε με άλλα λόγια να διαμορφώνουμε βολικούς μύθους που δικαιολογούν τη βία ανεξαρτήτως του στόχου που θέλουμε να πετύχουμε.

Όπως αναφέρει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Yale Στάθης Καλύβας σε πρόσφατο άρθρο του στην Καθημερινή,

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_16/05/2010_401208

έμεινε έκπληκτος όταν άκουσε τον ανταποκριτή του BBC να περιγράφει το επιχειρούμενο «ντου» στη Βουλή ως απόδειξη του ότι η αντίσταση είναι εγγεγραμμένη στον εθνικό μας ΔΙΑ (ριζικό), ή ότι οι συνέπειες της Τουρκοκρατίας διαμόρφωσαν τον ψυχισμό του Νεοέλληνα που δικαιολογεί βίαιες εκδηλώσεις.

Η κυριαρχία τέτοιων μύθων λεει ο καθηγητής Στάθης Καλύβας είναι διπλά προβληματική διότι από τη μία υποκαθιστά την ορθολογική σκέψη εμποδίζοντάς την να δώσει πραγματικές απαντήσεις στα γεγονότα και από την άλλη ενισχύει την παθητικότητα: Αν φταιει η Τουρκοκρατία για το κακό μας ριζικό, γιατί να προσπαθήσουμε να κάνουμε κάτι, αναρωτιέται;

Ο τραγικός θάνατος των εργαζομένων στην Τράπεζα Marfin, συνεχίζει, λειτούργησε τουλάχιστον ως αφορμή για να ξανασκεφτούμε την στάση της Ελληνικής κοινωνίας απέναντι στο πρόβλημα του πολιτικού λαϊκισμού που πολλοί θέλουν να συνοψίζουν στην «αντιεξουσιαστική» βία.

Οι μορφές των μύθων που κατατρέχουν αλλά και διευκολύνουν τους σημερινούς Έλληνες είναι ουσιαστικά τρεις:

Ο πρώτος μύθος είναι ότι η αντίσταση είναι στο ΔΙΑ (ριζικό) του Έλληνα. Όμως χωρίς να ειπωθούν πολλά αναδεικνύεται το ανυπόστατο αυτής της βαθιά εμπεδωμένης αντίληψης. Η ευκολία με την οποία επικράτησε το πραξικόπημα του 1967 ακυρώνει τον αντιστασιακό ΔΙΑ της φυλής μας.

Ο δεύτερος μύθος είναι ότι η βία αποτελεί αναπόφευκτη έκφραση κοινωνικών αντιδράσεων ή «έκρηξη λαϊκής οργής». Με αυτό τον μύθο οδηγηθήκαμε με περισσή ευκολία στο ότι τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 ήταν «εξέγερση» στα όρια του μαζικού κινήματος. Ξέχασαν όμως οι υποστηρικτές αυτής της άποψης ότι οι εξεγέρσεις λήγουν συνήθως είτε με θρίαμβο είτε με καταστολή και όχι με την εκτόνωση των πρωταγωνιστών τους.

Τα στοιχεία, που επιμένουν να παραβλέπουν όσοι θέλουν τη βία ως έκφραση μαζικής κοινωνικής διαμαρτυρίας, βγάζουν διαφορετικές αλήθειες.

Πρόκειται για τη συχνότητα των επεισοδίων και τα χαρακτηριστικά της συμμετοχής σε αυτά.
Τα 12 τελευταία χρόνια έγιναν 5.952 εμπρηστικές επιθέσεις από άτομα του λεγόμενου «αντιεξουσιαστικού» χώρου, που σημαίνει ότι κάθε χρόνο σημειώνονται περίπου 500 εμπρηστικές επιθέσεις, από τις οποίες περίπου 400 αφορούν εμπρησμούς στη διάρκεια διαδηλώσεων.

Παράλληλα, εκτιμάται πως ο ευρύτερος χώρος που παράγει αυτή τη βία υπολογίζεται το πολύ σε 3.000 άτομα, ενώ ο μαχητικός πυρήνας του είναι πολύ μικρότερος.

Με άλλα λόγια έχουμε να κάνουμε με μικρές, οργανωμένες ομάδες και καθόλου με κάποιο μαζικό φαινόμενο.

Το πιο εντυπωσιακό, όμως, και ταυτόχρονα προκλητικό, συνεχίζει ο καθηγητής Στάθης Καλύβας, είναι ότι σε όλο αυτό το διάστημα καταγράφηκαν μόλις 20 καταδικαστικές αποφάσεις για εμπρησμούς!

Το συμπέρασμα είναι σαφές: ένας που θέλει να κάψει μπορεί κάλλιστα να πορευθεί βάσει του συλλογισμού ότι στατιστικά αποκλείεται να τιμωρηθεί.

Αυτή η οιωνοί νομιμοποίηση της βίας καταρρίπτει τον μυθικό συλλογισμό περί «ξεσπάσματος οργής»

Επιπλέον, η διαπιστωμένη ατιμωρησία της ανομίας δείχνει ότι το πρόβλημα δεν είναι κοινωνικό, αλλά αστυνομικό. Μειοψηφίες ατόμων με καταστροφικές τάσεις πάντα θα υπάρχουν ανεξάρτητα με τα προβαλλόμενα νοήματα των ενεργειών τους. Το θέμα είναι αν επιτρέπεται να εκδηλώνουν αυτές τις καταστροφικές τάσεις ή όχι. Στην Ελλάδα επιτρέπεται να τις εκδηλώνουν.

Η ατιμωρησία θα μπορούσε εύκολα να χρεωθεί στην ανεπάρκεια της Πολιτείας. Υπάρχει, όμως, ένα βαθύτερο ζήτημα που μας οδηγεί στον τρίτο απλουστευτικό μύθο, ότι υπάρχει δηλαδή ξεκάθαρος διαχωρισμός της διαμαρτυρίας σε βίαιη (άρα παράνομη και αθέμιτη) και μη βίαιη (άρα νόμιμη και θεμιτή).

Είναι αναμφισβήτητο ότι η μεγάλη πλειοψηφία όσων συμμετέχουν σε μια διαδήλωση απορρίπτει τη βία. Όμως, αφενός ένα μέρος αυτής της πλειοψηφίας αρνείται να πάρει ξεκάθαρη θέση κατά της βίας, απομονώνοντας τους δράστες – πράγμα που φάνηκε με τραγικό τρόπο στην περίπτωση της "Marfin"– και αφετέρου τίθεται ένα ζήτημα γενικευμένης κοινωνικής ανοχής.

Τις τελευταίες μέρες υπήρξαν κείμενα και δηλώσεις που έφτασαν μέχρι του σημείου έμμεσης δικαιολόγησης των φόνων των τριών τραπεζικών, αποδίδοντας στον εργοδότη ή και στους ίδιους την ευθύνες όπως «δεν τους άφησαν να απεργήσουν», «έπρεπε να σχολάσουν νωρίτερα», «δεν υπήρχαν μέτρα πυρασφάλειας» κ.λπ.

Η στάση αυτή μας οδηγεί στον τρίτο μύθο διότι φέρνει στην επιφάνεια ένα βαθύτερο πρόβλημα, ότι η Ελληνική κοινωνία αντιδρά έντονα στη βία μόνον όταν ο θύτης εκπροσωπεί το κράτος διότι πιστεύει ότι το κράτος είναι ένας θεσμός που, αντί να προστατεύει τους πολίτες τους καταδιώκει.

Μια τέτοια αντίληψη ευνοεί το κλίμα ατιμωρησίας των μη κρατικών αυτουργών της βίας, και επομένως συμβάλλει στην αύξησή της.

Μπορούν να αναζητηθούν οι ιστορικές καταβολές αυτής της νοοτροπίας αλλά οπωσδήποτε όχι στην Τουρκοκρατία.

Το παράδοξο είναι, επισημαίνει ο καθηγητής Στάθης Καλύβας, ότι οι ίδιοι άνθρωποι που βλέπουν το κράτος ως εχθρό επιθυμούν διακαώς την πρόσληψή τους απ’ αυτό.

Στη ουσία όμως αυτή η συμπεριφορά δικαιολογεί την εμπεδωμένη παραβατική συμπεριφορά (φοροαποφυγή, επικίνδυνη οδήγηση, αντιγραφή στο πανεπιστήμιο, μέσο για την εργασιακή ανέλιξη και όχι αξία ή ικανότητα...) και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αν δεν αλλάξει στάση η Πολιτεία στο θέμα της εφαρμογής των νόμων εγκαταλείποντας κάθε ανοχή στην ανομία, η βία θα πολλαπλασιάζεται και η πιθανότητα να θρηνήσουμε περισσότερα θύματα παραμένει μεγάλη.

Γι’ αυτά όμως δεν θα φταιει η κρίση ή οι επιταγές του ΔΝΤ αλλά η εμμονή στους μύθους, στις εύκολες δικαιολογίες δηλαδή
που καλλιεργούν το υπέδαφος στο οποίο ευδοκιμεί η βία.