(Το ακόλουθο κείμενο δημοσιεύθηκε στην τοπική εφημερίδα ΚΗΦΙΣΙΑ, την 29/08/2008)
«Η κρίση στα σχολεία αντανακλά την ευρύτερη κοινωνική κρίση. Είναι προφανές ότι έχουμε χάσει την αίσθηση της ταυτότητάς μας. Μαντρώνουμε τα παιδιά και τους ηλικιωμένους και τους βγάζουμε εκτός του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κανείς δεν τους απευθύνει πλέον τον λόγο. Όμως χωρίς τα παιδιά και τους ηλικιωμένους, μια κοινωνία δεν έχει ούτε παρελθόν αλλά ούτε και μέλλον...»
Τζον Τέϊλορ Γκατο
Αυτά είπε ο Τ. Τ. Γκάτο κατά την ομιλία βράβευσής του για τρίτη συνεχή χρονιά ως «ο δάσκαλος της χρονιάς της Νέας Υόρκης».
Ο Τ. Τ. Γκάτο δεν είναι ένας απλός δάσκαλος στο σύστημα υποχρεωτικής εκπαίδευσης των ΗΠΑ. Αποτελεί έναν απο τους σημαντικότερους εκφραστές της αγωνίας του παγκόσμιου εκπαιδευτικού συστήματος για το οποίο ακόμα και χώρες με την πολιτική και εκπαιδευτική ωρίμανση των ΗΠΑ, έχουν πολλά αδιέξοδα να διευθετήσουν.
Μελετώντας τις σκέψεις του Γκάτο αισθάνομαι οτι οι προβληματισμοί μας για το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, που δεν προάγει την ελεύθερη και δημιουργική σκέψη αλλά αποσκοπεί στο να την περιορίζει σε ότι θεωρήθηκε κάποτε καταλληλότερο για την κοινωνική ένταξη των νέων και έκτοτε ουδέποτε αναθεωρήθηκε, σε τίποτα δεν διαφέρουν απο εκείνους που απασχολούν την σύγχρονη αμερικανική εκπαιδευτική κοινότητα.
Ο πυρήνας της σκέψης του Γκάτο αναφέρεται στα αδιέξοδα της σημερινής κοινωνίας με την απομόνωση απο την οικογένεια να οδηγεί σε αύξηση της παραβατικότητας και το κυριότερο σε αύξηση της αγραμματοσύνης των νέων εφ’οσον είναι ποσοστιαία περισσότεροι σήμερα εκείνοι και δεν μπορούν, παρά την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσής τους, να εκφραστούν διαμορφώνοντας συνεχή και νοήμονα λόγο ικανό να τους εντάξει σε μια απαιτητικά εξελισσόμενη κοινωνία.
Ο Γκάτο βλέπει ως αιτία των προβλημάτων της σημερινής νεολαίας την λογική που διέπει το εκπαιδευτικό μας σύστημα, το οποίο επιχειρεί να ‘μπουκώσει» τους νέους με γνώσεις αμφίβολης αξίας για την μετέπειτα εξέλιξή τους, αφαιρώντας τους έτσι τον πολύτιμο ελεύθερο χρόνο, χρονο αναγκαίο για να ζουν μαζί με τις οικογένειές τους.
Τα παιδιά που διδάσκω λέει:
Δείχνουν αδιαφορία για τον κόσμο των μεγάλων, δεν έχουν καμία περιέργεια για οτι συμβαίνει γύρω τους, δεν συγκεντρώνονται παρά με δυσκολία ακόμα και στα πράγματα που τους αρέσουν, δεν έχουν αίσθηση του μέλλοντος και πως αυτό θα συνδεθεί με το σήμερα που ήδη ζουν και νιώθουν, δεν ενδιαφέρονται για το πως το παρελθόν θα καθορίσει το παρόν διότι είναι ανιστόρητα, δείχνουν σκληράδα και επιθετικότητα απέναντι στα άλλα παιδία, δεν ξανοίγονται και δεν δημιουργούν ειλικρινείς σχέσεις μεταξύ τους και κρύβουν τα πραγματικά τους αισθήματα και τον πραγματικό τους εαυτό πίσω απο μία μάσκα που συχνά δανείζονται απο τα τηλεοπτικά τους πρότυπα ή απλά δημιουργούν τα ίδια για να ελέγχουν τους δασκάλους τους.
Τα παιδιά του σήμερα δεν επιδιώκουν στενές σχέσεις ακόμα και με μέλη της οικογένειάς τους διότι έτσι αναγκάζονται να ρίξουν την επίπλαστη μάσκα του χαρακτήρα τους και αυτό δεν τους αρέσει.
Τα παιδιά του σήμερα είναι υλιστές, με πρότυπα το χρήμα και τα καταναλωτικά αγαθά, ενω βαθμολογούν τους πάντες με κριτήριο το τι έχουν και όχι το τι είναι.
Τα παιδιά του σήμερα είναι φοβισμένα και δειλά στις νέες προκλήσεις αλλα καλύπτουν αυτή την παθητικότητά τους με ένα επίπλαστο «τσαμπουκά» ή θυμό που στην ουσία κρύβει την έλλειψη θάρρους.
Υπάρχει άραγε έστω μία απο τις διαπιστώσεις του Γκάτο για τα παιδιά της Νέας Υόρκης, που δεν συνταυτίζεται με τις εμπειρίες του Έλληνα δασκάλου και εκπαιδευτικού;
Θα έλεγα μετά βεβαιότητας οχι.
Το σημαντικό όμως, μετά τις κοινές διαπιστώσεις, είναι το πως μια κοινωνία και ένα εκπαιδευτικό σύστημα θα μπορέσει να βγει απο τα αδιέξοδα που το ίδιο διαμόρφωσε με την επιμονή του σε πρότυπα που δεν καλύπτουν τις ανάγκες της εποχής μας.
Η συνεχής απομάκρυνση απο την οικογένεια, λόγω των ωρών που αναλώνουν στο σχολείο, με τα αναρίθμητα και συνήθως άχρηστα απο πλευράς ουσιαστικής γνώσης μαθήματα, της τηλεόρασης, που έχει αποτελέσει το δεύτερο σχολείο διαμόρφωσης προτύπων μίας υπερκαταναλωτικής, επιπόλαιης και βίαιης κοινωνίας, της συχνά υπερβολικής ενασχόλησης με πρόσθετα μαθήματα και δραστηριότητες και ενός ελάχιστου πλην αναγκαίου χρόνου προετοιμασίας για την επόμενη μέρα, αφαιρούν απο τα παιδιά μας κάθε δυνατότητα ολοκλήρωσής τους ως ατόμων με αναζητήσεις προσανατολισμένες στην πνευματική, ηθική και γενικότερα ανθρώπινη ολοκλήρωση...
Τα παιδιά μας δεν προετοιμάζονται για να γίνουν ολοκληρωμένοι άνδρες και ολοκληρωμένες γυναίκες, ισχυρίζεται ο Γκάτο παρά αυτάρκεις ατομικιστές, χωρίς στοργή και τρυφερότητα για τον συνάνθρωπο και τον πλησίον τους.
Οι προεκτάσεις των παρατηρήσεων του μεγάλου αυτού δασκάλου αφορούν οχι μόνο το εκπαιδευτικό μας σύστημα αλλά και την σύγχρονη Ελληνική κοινωνία...
Ισχυριζόμαστε οτι τα παιδιά μας δεν μαθαίνουν αλλά κανείς δεν διερευνά τα σχεδόν προφανή αίτια που προέρχονται από την έλλειψη χρόνου και την αδιαφορία στο οτιδήποτε προάγει την παρατηρητικότητα και την εμπειρία της γνώσης.
Αν σε χώρες όπως οι ΗΠΑ με τα ανυπέρβλητα πανεπιστήμιά της και την τεράστια έρευνα σε νέες εκπαιδευτικές μεθόδους, έχουμε ακριβώς τα προβλήματα που ζούμε και στην Ελληνική κοινωνία, τότε πως θα πρέπει να λειτουργήσουμε εμείς και απο που να αρχίσουμε την αναθεώρηση ενός συστήματος που δεν είναι πλέον βιώσιμο.
Μάθαμε να επικεντρώνουμε την προσοχή μας στα δύο τελευταία έτη του λυκείου, λόγω των προβλημάτων που δημιουργεί στη λυκειακή μάθηση η προετοιμασία για τις εισαγωγικές εξετάσεις στις ανώτερες βαθμίδες εκπαίδευσης.
Όμως, η αρρώστια του συστήματος ξεκινά απο πολύ νωρίτερα, απο το δημοτικό που έχει ήδη φορτωθεί με ανυπέρβλητη ποσότητα ύλης, λες και εάν τα παιδιά του δημοτικού την κατανοήσουν θα γίνουν καλοί επιστήμονες ή απλά ολοκληρωμένοι άνθρωποι, χρήσιμοι στην κοινωνία.
Βάλαμε τόση ύλη απο τα χρόνια του δημοτικού και απομακρύναμε το σχολείο απο το να διεγείρει το ενδιαφέρον μέσα απο την παρατήρηση και την εξερεύνηση. Σε άλλες χώρες τουλάχιστον διαμόρφωσαν εκπαιδευτικές δομές ώστε τα παιδία πρώτα να παρατηρούν, μετά να δημιουργούν και τέλος να μαθαίνουν αποστηθίζοντας μόνο όπου είναι απόλυτα αναγκαίο.
Μια απο τις πλέον πετυχημένες προσπάθειες αυτού του είδος περικλείεται στο σύστημα Waldorf, που εστιάζει στην απόκτηση γνώσης μέσω της συμμετοχής και της παρατήρησης. Στα σχολεία που λειτουργούν με το σύστημα Waldorf, τα παιδιά μεγαλώνουν με την αίσθηση της συμμετοχής σε ότι συμβαίνει στον φυσικό κόσμο που τα περιβάλλει, αναλώνοντας σημαντικό μέρος της εκπαίδευσής τους με καλλιεργητές της γης, κτηνοτρόφους και ψαράδες, διαμορφώνοντας έτσι πλούσιες εικόνες και εμπειρίες για μια ζωή γεμάτη νόημα και όχι επίπλαστη καταναλωτική υπερβολή.
Ο Γκάτο που θαυμάζει το σύστημα Waldorf, επειδή επιδιώκει την ολοκλήρωση των νέων ανθρώπων μακριά απο τις υπερβολές της «εναίσιμης» και άχρηστης γνώσης, προχωρά ακόμα περισσότερο προτείνοντας στις κοινωνίες να αναλάβουν την ευθύνη της ενίσχυσης της οικογένειας με δυνατότητες που θα μεταφέρουν ένα σημαντικό ποσοστό της αποκτώμενης γνώσης πίσω στις πατροπαράδοτες μεθόδους της κατ’ οίκον εκπαίδευσης.
Ισχυρίζεται μάλιστα και το αποδεικνύει με αδιάψευστους αριθμούς, οτι τα παιδιά που ακολουθούν την κατ’οίκον εκπαίδευση στις ΗΠΑ ανέρχονται ήδη σε εκατομμύρια με το επίσημο σχολείο να έχει μόνο καθοδηγητικό ρόλο στη διαδικασία της μάθησης. Το αποτελέσματα δε του μικτού συστήματος Οικογένεια – Σχολείο φαίνεται να υπερτερούν στη διαμόρφωση ολοκληρωμένης προσωπικότητας στα παιδιά.
Στην Ελλάδα, επικεντρωνόμαστε στην αναδιάταξη του συστήματος των εισαγωγικών εξετάσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και αφήνουμε ελάχιστες φωνές όπως του προέδρου του ΕΣΥΠ κ. Βερέμη, να προσπαθούν μόνοι να εισάγουν τα καινά δαιμόνια του εκσυγχρονισμού, ενοποιώντας την βασική εκπαίδευση (Δημοτικό – Γυμνάσιο) και διαμορφώνοντας ένα σύστημα πραγματικά πρότυπων σχολείων που θα βοηθήσουν με την αποκτώμενη εμπειρία στην επιλογή των καταλληλότερων μεθόδων διδασκαλίας και εμπέδωσης της γνώσης.