"Πιστεύω ότι οι τράπεζες είναι ποιο επικίνδυνες για την ελευθερία μας ακόμα και απο τους στρατούς που την επιβουλεύονται. Έχουν ήδη διαμορφώσει μια χρηματοδοτούμενη αριστοκρατία που έχει εξαναγκάσει την κυβέρνηση μας σε άμυνα. Η δυνατότητα έκδοσης χρήματος θα πρέπει να επιστρέψει στον έλεγχο του λαού στον οποίο το χρήμα ανήκει έτσι και αλλιώς..."
Θωμάς Τζέφερσον, Πρόεδρος ΗΠΑt: 1743 – 1826
Ο Θωμάς Τζέφερσον, τρίτος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, άτομο πολυτάλαντο και κύριος εμπνευστής της δήλωσης της ανεξαρτησίας (Declaration of Independence) είχε ήδη εντοπίσει και εκφράσει τον προβληματισμό του για τον επικίνδυνο ρόλο των Τραπεζών όταν γίνονται υποχείρια της αριστοκρατίας (σημερινής ολιγαρχίας) και ενεργούν ενάντια στα συμφέροντα του λαού.
Πολλά χρόνια αργότερα ένας άλλος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Φραγκλίνος Ντελάνο Ρούσβελτ (FDR) αντιμετώπισε τις Τράπεζες με αντίστοιχο προβληματισμό παραμένοντας όμως πραγματιστής.
Ο νεοεκλεγείς το 1932 πρόεδρος Ρούσβελτ, βρέθηκε μέσα στη συνεχιζόμενη απο το 1929 καταστροφική πορεία της Αμερικανικής οικονομίας με τις Τράπεζες να καταρρέουν μαζί με την απομένουσα αυτοπεποίθηση του Αμερικανικού λαού...
Η πρώτη πράξη του προέδρου ήταν να εγκαινιάσει την άμεση επικοινωνία με τον λαό ξεκινώντας με την προσφώνηση «Φίλοι μου, θέλω να μιλήσω με σας, τους πολίτες των ΗΠΑ για το τραπεζικό μας σύστημα... Πιστέψτε με, το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε είναι ο φόβος... θα πρέπει να αντιληφθείτε οτι δεν είναι όλες οι τράπεζες ανίκανες να διαχειριστούν τα χρήματα που τους εμπιστεύεστε... Τα οσα συμβαίνουν ήταν αποτέλεσμα ολίγων που έγιναν η αιτία να δημιουργηθεί ένα αίσθημα γενικότερης ανασφάλειας που οδήγησε στο κλείσιμο των περισσοτέρων τραπεζών... Το οτι όμως βλέπετε τις τράπεζες κλειστές δεν σημαίνει οτι θα παραμείνουν κλειστές και για τις επόμενες μέρες...»
Τα λόγια του Ρούσβελτ έσωσαν 13.000 τράπεζες καταδικασμένες σε πτώχευση και τα κρυμμένα σε στρώματα δολάρια επέστρεψαν στους καταθετικούς τους λογαριασμούς αναθερμαίνοντας την οικονομία.
Η άκρως επικοινωνιακή παρέμβαση του Ρούσβελτ στόχευε στον πυρήνα του προβλήματος... τον φόβο. Όμως ο πρόεδρος δεν περιορίστηκε στην πρόσκαιρη επιτυχία διάσωσης των εμπορικών τραπεζών αλλά ίδρυσε την Τράπεζα Οικονομικής Ανασυγκρότησης (RFC) που αντι να δανείζει τις ήδη υπερδανεισμένες εμπορικές τράπεζες, κατηύθυνε του πόρους του κράτους στους τομείς με τις μεγαλύτερες ανάγκες χρηματοδότησης.
Η RFC, μέσω μια σειράς νέων φορέων (μεταξύ των οποίων και η γνωστή στις μέρες μας απο τη υπερχρηματοδοτήση των στεγαστικών δανείων Fannie Mae) χρηματοδοτούσε κατευθείαν τους τομείς απόκτησης κατοικίας, αγροτικής ανάπτυξης και βιομηχανικής παραγωγής που κρίθηκαν ως οι πλέον σημαντικοί για την αναζωογόνηση της οικονομικής δραστηριότητας του μεσοπολέμου, στις ΗΠΑ.
Η αμεσότητα της χρηματοδότησης, μέσω της RFC, αφενός περιόρισε τα προβλήματα στέγασης και διατροφής των απλών ανθρώπων και αφετέρου έβαλε τα θεμέλια της τεράστιας βιομηχανικής ανάπτυξης χάριν της οποίας οι ΗΠΑ μπήκαν στον ΒΠΠ με την βεβαιότητα του νικητή...
Αν βγαίνουν κάποια συμπεράσματα απο την δημιουργία της RFC, αυτά προέρχονται απο την αποτελεσματικότητα με την οποία αντιμετωπίσθηκε η φτώχεια ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού που είχε φθάσει στα όρια της απόλυτης ανέχειας σε αντιδιαστολή με τα αποτελέσματα που θα είχε ο κρατικός δανεισμός των εμπορικών τραπεζών στην αναθέρμανση της οικονομίας. Με αλλα λόγια η τριβή στην πορεία διάθεσης των κεφαλαίων μεσω της εμπορικής οδού θα ήταν τέτοια που το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν κατά πολυ υποδεέστερο.
Και όμως ο Ρούσβελτ είχε καλύτερη λύση που παράβλεψε...
Η RFC, δάνειζε με οτι διέθετε διότι δεν είχε την δομή των εμπορικών τραπεζών που δανείζουν με ένα πολλαπλασιαστή που αυξάνει τις διατιθέμενες στους τελικούς αποδέκτες πιστώσεις.
Αν π.χ δάνειζε με τον καθιερωμένο επι 10 πολλαπλασιαστή επι των διαθεσίμων των εμπορικών τραπεζών, τα σημερινά $ 700 δις του σχεδίου Πόλσον, θα μετατρέπονταν σε $ 7 τρις, καλύπτοντας πολύ περισσότερες ανάγκες... Δυστυχώς ο Ρούσβελτ δεν σχεδίασε την λειτουργία της κρατικής τράπεζας ανασυγκρότησης σύμφωνα με το μοντέλο λειτουργίας των ιδιωτικών τραπεζών...
Σήμερα όμως μια κρατική τράπεζα που θα λειτουργούσε με ένα μικτό σὐστημα, θα κατάφερνε να είναι πολύ ποιο αποτελεσματική αυγατίζοντας τα ποσά που θα διετίθεντο στην ανασύσταση της ελλειμματικής απο την τρέχουσα κρίση ρευστότητας χωρίς να αναγκάζει την κυβέρνηση να εξαρτάται αποκλειστικά απο τις ιδιωτικές τράπεζες και τις τριβές που δημιουργούν οι μηχανισμοί διάθεσης των πιστώσεων στους τελικούς αποδέκτες.
Εάν στην πορεία συνέβαινε να πτωχεύσουν ιδιωτικές τράπεζες, αυτές θα εθνικοποιούνταν συνεχίζοντας την λειτουργία τους με το ήδη εξειδικευμένο προσωπικό και την υπάρχουσα πελατεία, με την διαφορά οτι τα κέρδη τους θα περνούσαν στην κυβέρνηση μειώνοντας τις ανάγκες των φορολογικών της αναγκών. Σε εύλογο βάθος χρόνου και με την πλήρη ανάκαμψη της ρευστότητας στην οικονομία, οι κρατικοποιημένες τράπεζες θα επαναϊδιωτικοποιούντο με σημαντικά οφέλη.
Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία στην πολιτεία της Πενσυλβανίας απο έναν άλλο πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Βενιαμίν Φρανκλίνο ενώ αντίστοιχη περίπτωση είχαμε και με την μερική κρατικοποίηση των Σκανδιναβικών Τραπεζών την περασμένη δεκαετία που απέφεραν με την επανιδιωτικοποίηση τους σημαντικά έσοδα.
Ο προτεινόμενος συνδυασμός επιλογών μιας κρατικής Τράπεζας Ανασυγκρότησης που όμως θα λειτουργούσε στη λογική των εμπορικών τραπεζών, έχοντας δηλαδή την ευχέρεια να δανείζει πολλαπλάσια των διαθεσίμων της ποσά χωρίς να εμπλέκεται σε πλήρη διάθεση προιόντων καταναλωτικής πίστης παρά μόνο σε στοχευμένες αναπτυξιακές δραστηριότητες, όπως η γνωστή σε μας ΕΤΒΑ, σε συνεργασία με ένα δίκτυο ιδιωτικών και δημόσιων εμπορικών τραπεζών, όπως πριν χρόνια η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος με τις τότε ιδιωτικές εμπορικές Τράπεζες, θα είχε πολλαπλάσια αποτελέσματα όσων θα επιτευχθούν με το υπεσχημένο προγαμιαίο συμβόλαιο των 28 δις € μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και των διατιθέμενων να συμμετάσχουν Ιδιωτικών Τραπεζιτών.
Αντίθετα, η σημερινή μορφή του προγαμιαίου συμβολαίου των 28 δις € φαίνεται οτι διαπραγματεύεται την συνεχιζόμενη αδιαφάνεια στη διαχείριση των πόρων των ιδιωτικών τραπεζών με όρους που αντι να τοποθετούν την προτεραιότητα στην αναπτυξιακή πλευρά του εγχειρήματος υπερτονίζουν την εξασφάλιση της ΠΙΣΤΗΣ μέσω της διατήρησης των προνομίων των ιδιωτών τραπεζιτών.
Καθίσταται επομένως δικαιολογημένη η εκτίμηση ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης βοήθά μεν την ρευστότητα αλλά μέσα απο την ευμάρεια των τραπεζικών ιδρυμάτων των οποίων η κερδοφορία τα τελευταία χρόνια είχε γίνει τουλάχιστον προκλητική και απόλυτα αναντίστοιχη στο περί δικαίου αίσθημα όλου του Ελληνικού πληθυσμού.
Επιπλέον, όπως τόνισε γνωστός για την καθαρότητα του λόγου του Έλληνας τραπεζίτης που δεν θα μετάσχει στο πρόγραμμα κρατικής ενίσχυσης: «Όποιος δεν έχει ανάγκη την ενίσχυση να μην την πάρει αλλά όποιος την έχει να δεχθεί την κρατική παρέμβαση...» Οι λογικές της ολόκληρης πίττας ενω ο σκύλος παραμένει χορτάτος είναι ανέφικτες σε μια εποχή που και οι θαυματοποιοί ευρίσκονται στις ουρές των ανέργων...