(Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Κηφισιά την 27η Αυγούστου 2010)
«Αν στην Βαρκελώνη υλοποιήθηκαν 140 πλατείες σε επτά χρόνια στην Αθήνα θα πρέπει να γίνουν 200»
«Αν στην Βαρκελώνη υλοποιήθηκαν 140 πλατείες σε επτά χρόνια στην Αθήνα θα πρέπει να γίνουν 200»
Χοσέ Αθεμπίγιο (Josep Acebillo), Ισπανός Αρχιτέκτων.
Το καλοκαίρι αυτό με την παρατεταμένη υγρασία και τις σχετικά υψηλές θερμοκρασίες, που τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα έδιναν την αίσθηση ακόμα υψηλότερων λόγω της έλλειψης μελτεμιών, μας ταλαιπώρησε μεν αλλά ταυτόχρονα μας έβαλε σε σκέψεις για την βιωσιμότητα της Ελληνικής πόλης με κυρίαρχη την Αθήνα ή μάλλον το Αττικό λεκανοπέδιο.
Δυστυχώς, επί πολλά χρόνια είχε επικρατήσει η λογική του στρουθοκαμηλισμού με περιορισμένο αν όχι ανύπαρκτο ενδιαφέρον για την σημασία που έχουν τα πάρκα στη βιωσιμότητα μιας πόλης... Ακόμα και εκείνα που δημιουργήθηκαν στην περιφέρεια με κάποιες αξιώσεις, όπως το περιλάλητο πάρκο Τρίτση, είναι σε κατάσταση που γελοιοποιεί κάθε αναφορά στο ενδιαφέρον της πολιτείας για το αστικό πράσινο.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις δυο φορές που περιδιάβηκα αργά τον Εθνικό κήπο μαζί με τουρίστες, κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων, για να παρατηρήσω και να ακούσω τα σχόλιά τους για την άθλια τότε κατάσταση αυτού του μοναδικού μνημείου της πόλης της Αθήνας. Ντράπηκα πραγματικά όταν είδα την ασβεστωμένη και βρώμικη λίμνη με τις πάπιες και τα κακοπεριποιημένα κλουβιά του χειρότερου στον κόσμο ζωολογικού κήπου... Τα εγκαταλελειμμένα παρτέρια με τα ξερά φυτά, αρκετά από αυτά σπάνια για την Ελληνική πανίδα, έκαναν το όλο περιβάλλον ακόμα ποιο καταθλιπτικό...
Το να ασχοληθεί κανείς με τα διάσπαρτα παρτέρια και τις νησίδες πρασίνου του λεκανοπεδίου είναι άσκηση βασανισμού αφού οι μόνες συστηματικές επιλογές που θα διαπιστώσει εξαντλούνται είτε στην επιδειξιομανή σπατάλη, προϊόν ελλιπούς καλλιέργειας αρκετών τοπικών αρχόντων που επέλεγαν πανάκριβους φοίνικες αντί των εγκλιματισμένων στην Ελληνική πανίδα όπως η ανθεκτική άκαρπη Μουριά (Morus platanifolia) που δημιουργεί πολύ όμορφες δενδροστοιχίες και δροσιστική σκιά και η Μελία (Melia azedarach) γνωστότερη ως σολομός, είτε στην απόλυτη αδιαφορία των υφιστάμενων υπηρεσιών τους που βλέπουν τα συστήματα ποτίσματος να καταστρέφονται και συνεχίζουν να αδιαφορούν. Καταπληκτικό παράδειγμα αυτής της παραδοξότητας αποτελεί η μακριά δενδροστοιχία από φοινικιές στο δήμο Περιστερίου και η κατακρεουργημένη από άστοχες παρεμβάσεις και απίθανες δικαιολογίες νησίδα επί της λεωφόρου Κηφισίας στο ύψος του Ψυχικού.
Ένα άλλο προκλητικό παράδειγμα έδωσαν οι κακές επιλογές των δενδροφυτεύσεων κατά την προετοιμασία των Ολυμπιακών αγώνων. Η Μαραθώνια διαδρομή π.χ. φυτεύτηκε με είδη λεύκας που δεν επιβιώνουν χωρίς συστηματικό πότισμα ενώ σε ελάχιστα σημεία επελέγησαν οι κουκουναριές που παρουσιάζουν μεγάλη αντοχή στην ξηρασία. Μερικά χρόνια αργότερα επιβιώνουν μόνο οι ελάχιστες κουκουναριές. Το προκλητικότερο όλων είναι ότι τη διαδρομή αυτή ακολουθούσε, σχεδόν καθημερινά, ο προηγούμενος πρωθυπουργός βλέποντας τα δένδρα να πεθαίνουν όρθια από την αδιαφορία των πάντων συμπεριλαμβανομένης και της δικής του.
Χαρακτηριστικό κάθε έργου πρασίνου τα τελευταία χρόνια είναι οι αρχικά πανάκριβες επιλογές δένδρων και φυτών ακολουθούμενες από αδιαφορία για την συντήρηση τους.
Είναι ίσως αποτέλεσμα μελετών από εκείνες που αφειδώς ακούγονται ως προϋπόθεση του κάθε έργου στις μέρες μας από τους πολύχρωμους περιβαλλοντολόγους, που όμως αποτυγχάνουν παταγωδώς να δώσουν λύσεις για εμάς τους πολίτες που περιμένουμε να απολαύσουμε το πράσινο. Εκείνο στο οποίο βεβαιωμένα δεν αποτυγχάνουν οι περί πρασίνου μελέτες είναι στο να εξασφαλίζουν εισόδημα για τους εμπόρους φυτών που αναλαμβάνουν να δώσουν πράσινο εκεί που σύντομα θα υπάρχει νεκρή γη...
Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε την επί σειρά ετών κυβερνητική πολιτική που είδαμε να εκφράζεται «θαρραλέα», με την αντικατάσταση εκατομμυρίων φυτών για τους Ολυμπιακούς αγώνες, από φαραωνικές κατασκευές που έμειναν ανεκμετάλλευτες
Τα θέματα πρασίνου και ανάγκης εξεύρεσης λύσεων για το λεκανοπέδιο, ιδιαίτερα σε περιοχές που η έλλειψή του είναι περισσότερο από προφανής όπως η Κυψέλη και το Παγκράτι, έφερε στο προσκήνιο το νέο Φαραωνικό έργο του μελλούμενου Πάρκου του Ελληνικού.
Πολλά έχουν λεχθεί για αυτό το Πάρκο και σε αυτά συγκαταλέγονται τα πλέον άστοχα για οποιοδήποτε μελετώμενο έργο στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας. Και εδώ ο κοινός παρονομαστής έχει αρνητικό πρόσημο εφόσον όλες οι προτάσεις στερούνται κάθε έννοιας βιωσιμότητας...
Και ποιος δεν θα ήθελε να έχει 6.000 στρέμματα «παρθένου» δάσους μέσα στην πόλη αλλά τέτοια δάση τα έχουμε 500 μέτρα ποιο εκεί και τα καιμε για να τα κάνουμε οικόπεδα διότι ακόμα υπάρχουν οι απερίγραπτοι από εμάς που αντιλαμβάνοντα ως ανάπτυξη την τσιμεντοποίηση άνευ ορίων λογικής αλλά και αισθητικής...
500 μέτρα ποιο εκεί αρχίζουν οι υπώρειες του Υμηττού και σε μικρότερη απόσταση άλλες υπώρειες βουνοπλαγιών που αποτελούν συνέχεια του ίδιου ορεινού όγκου αλλά εμείς επιμένουμε να τις καιμε χωρίς να είμαστε ικανοί να βρίσκουμε τους εμπρηστές διότι ποτέ δεν θελήσαμε να δημιουργήσουμε μία ικανή υπηρεσία που να ξεκινά την έρευνά της συσχετίζοντας τις πυρκαγιές με τους οικοπεδικούς συνεταιρισμούς και τους όποιους ιδιοκτήτες σκάνε μύτη αυθαιρετώντας μετά από αυτές...
Η υποκρισία μας συνεχίζεται διότι τάχα μας λείπουν οι δασικοί χάρτες ενώ σήμερα δεν τους χρειαζόμαστε πλέον εφόσον με τις δορυφορικές απεικονίσεις έχουμε ανά πάσα στιγμή την πραγματικότητα εξελισσόμενη δυναμικά μπροστά μας.
Ένα πάρκο 6000 χιλιάδων στρεμμάτων στην περιοχή του Ελληνικού θα έχει την ίδια και χειρότερη τύχη με το εξαθλιωμένο άλσος του Τρίτση στην δυτική πλευρά του λεκανοπεδίου. Εκεί οι δήμοι, με αξιοθρήνητο ύφος, πετούν το μπαλάκι των ευθυνών στην κεντρική εξουσία που δεν τους παρέχει τα αναγκαία για τη συντήρησή του.
Το ίδιο πολύ σύντομα θα ισχυρίζονται και οι περιβάλλοντες το Πάρκο του Ελληνικού δημοτικοί άρχοντες εφόσον σήμερα δεν είναι σε θέση ούτε τα αλσύλλια που διαθέτουν να περιποιηθούν αξιοπρεπώς.
Ένα άλσος 6000 στρεμμάτων έχει εξαιρετικές απαιτήσεις σε νερό και σε φροντίδα εκτός και αν είναι ένα εγκαταλελειμμένο δάσος, άμορφο όπως εκείνα στις πλαγιές του Υμηττού για οποία πολλά εξαγγέλθηκαν και τίποτα δεν έγινε από πλευράς προσβασιμότητας των περιπατητών.
Ένα άλσος, 6000 στρεμμάτων στο Ελληνικό, δεν θα αλλάξει το μικροκλίμα του λεκανοπεδίου ούτε θα βοηθήσει τους ταλαιπωρημένους κατοίκους του κέντρου της πόλης.
Αντίθετα η ευφυής εκμετάλλευση του άλσους των 6000 στρεμμάτων θα μπορούσε να προσφέρει πολλά, πάρα πολλά στον δεινοπαθούντα, αναμφίβολα από απερισκεψία, αστικό πληθυσμό της Αθήνας.
Σε αυτό φαίνεται να συμφωνούν όλοι εκείνοι που τους διακρίνει η εμπειρία και η πρακτικότητα που είναι αποτέλεσμα επιστημονικής γνώσης σε αντίθεση με τη δήθεν επιστημονικότητα μιας κατάπτυστης μελέτης που κυκλοφόρησε πρόσφατα από το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο.
Όποιος είχε την ατυχία να διαβάσει τις λεπτομέρειες αυτού του ανοσιουργήματος θα διαπιστώσει ότι είναι έργο ερασιτέχνη, που δεν θα πρέπει να έχει περάσει την πύλη αυτού του άλλοτε κορυφαίου μορφωτικού ιδρύματος της χώρας.
Ούτε λίγο ούτε πολύ επικυρώνει την απραξία με μοναδική προς το παρόν παρέμβαση την απομάκρυνση των διαφόρων εμποδίων που τεμαχίζουν τον χώρο σε εκατοντάδες μικρά τμήματα με αντίστοιχο αριθμό κτισμάτων, τα περισσότερα από τα οποία είναι παραπηγματικής έμπνευσης από την εποχή που στέγαζαν τις λιτές κτιριακές ανάγκες της βάσης του Ελληνικού.
Μέσα στον υποτιθέμενο ενιαίο χώρο του μελλοντικού πάρκου υπάρχουν σήμερα 389 κτίρια που καλύπτουν 713 στρέμματα!!! Και μόνο αυτά αν κατεδαφίζονταν και αντικαθίσταντο, από πολυτελή κτίρια κορυφαίας αισθητικής για την κάλυψη αναγκών υψηλού επιπέδου τουρισμού, θα έδιναν μια οικονομική ανάσα στο εγχείρημα της βιωσιμότητας του μελλοντικού πάρκου.
Όμως η μελέτη του Πολυτεχνείου δεν συνιστά καθόλου αυτό... Ναι, δεν το προτείνει αναγνωρίζοντας έμμεσα αξία στις πολυάριθμες παραπηγματικές εγκαταστάσεις του παλαιού στρατοπέδου και αεροδρομίου. Προτείνει μάλιστα να μην γίνει η υπογειοποίηση της λεωφόρου Ποσειδώνος διότι είναι λεει πολυδάπανη αλλά να αποδοθούν έτσι, ως έχουν αλλά απερίφρακτα, τα χωράφια γης στον πληθυσμό των γύρω δήμων..
Να τα κάνουν τι τα χωράφια με τους τόνους ασφάλτου και μπετόν και την έλλειψη ακόμα και των βασικών υποδομών ύδρευσης και αποχέτευσης κατάσταση που προοιωνίζει ότι η περιοχή πολύ σύντομα θα καταντήσει ο υπαίθριος απόπατος ολοκλήρου του λεκανοπεδίου. Βέβαια δεν παραλείπει, η ίδια μελέτη του ΕΜΠ, να επισημάνει με το τρέχον μοδάτο και λαϊκίζον ύψος, την αποεγκατάσταση των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος από το παράκτιο μέτωπο της περιοχής.
Σε αυτή την σχεδόν τραγελαφική μελέτη έρχεται να απαντήσει ο Έλληνας την καταγωγή καθηγητής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Σπύρος Πολλάλης.
Ο καθηγητής Πολλάλης, συμφωνεί απόλυτα με τις υποδείξεις του αρχιτέκτονα Αθεμπίγιο που είχε προσκληθεί ειδικά γιαυτό το θέμα από τον κύριο Παπανδρέου στην Αθήνα, ως ο εμπνευστής της αναβάθμισης της Βαρκελώνης για τους Ολυμπιακούς του 1992.
Και οι δύο αντιλαμβάνονται ότι οι εμμονές των ανεύθυνων τοπικών παραγόντων αλλά και των κυβερνητικών στελεχών δεν έχουν καμία δυνατότητα επιτυχίας...
Ο καθηγητής Πολλάλης δεν διατηρεί ενδοιασμούς λόγω πολιτικών θέσεων ούτε επιδιώκει να εμφανίζεται ως βασιλικότερος του βασιλέως χάριν κάποιας δοτής μορφής εξουσίας που ασφαλώς δεν κατέχει.
Ο καθηγητής Πολλάλης λέει καθαρά ότι αν θελήσουμε να έχουμε ένα Πάρκο 6000 στρεμμάτων δεν θα έχουμε καμία δυνατότητα να το συντηρήσουμε. Αντίθετα ένα πάρκο 2000 στρεμμάτων θα μπορούσε οριακά να γίνει εφικτό με την υπόλοιπη περιοχή να αποτελέσει στοιχείο διαπραγμάτευσης και αντικατάστασης με ζώνες εντός των πυκνοδομημένων περιοχών της πρωτεύουσας.
Εάν διαμορφωθεί ένα επιχειρηματικό πλάνο που θα στηρίζεται σε βιώσιμες ενέργειες και εφικτές δραστηριότητες στον χώρο του Πάρκου του Ελληνικού, τότε τα χρήματα που θα αποκτηθούν από την πώλησή τους θα χρησιμοποιηθούν για την απαλλοτρίωση ολόκληρων τετραγώνων αστικών περιοχών που βρίσκονται στα όρια της εξαθλίωσης. Ακόμα και αν τα τετράγωνα που θα αποκτηθούν και απαλλαγούν από τα κτίσματά τους παραμείνουν χέρσα, πάλι το όφελος θα είναι σημαντικό.
Με τις κατόπιν μελέτης δομήσιμες περιοχές του Πάρκου (ήδη αναφέρθηκαν 713 στρέμματα κατειλημμένα από άθλια κτίσματα) θα μπορούσαμε να έχουμε ακόμα ένα πλεονέκτημα..
Οι επιχειρηματίες που θα αναλάβουν την εκμετάλλευσή τους θα αναλάβουν ταυτόχρονα και την συντήρηση ενός σημαντικού μέρους του περιβάλλοντος χώρου ώστε η έκταση που θα απομείνει για να συντηρείται από τους κατά παράδοση χαμηλής εμπιστοσύνης δημοτικούς άρχοντες να είναι μικρή και ελέγξιμη.
Μια τέτοια προοπτική εκτός του ότι θα φέρει δραματικές αλλαγές στο κέντρο της Αθήνας η οποία παραμένει από τις ελάχιστες αν όχι η μοναδική ευρωπαϊκή πόλη όπου δεν έχουν αρχίσει να γκρεμίζονται οι παλιές ανάξιες λόγου οικοδομές, τετράγωνο προς τετράγωνο, θα δώσει αναπτυξιακό χαρακτήρα στο όλο εγχείρημα στα πλαίσια βέβαια ουσιαστικών αλλαγών του πολεοδομικού κανονισμού που θα πρέπει να απαλλαγεί από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος όπως ο απαράδεκτος περιορισμός της καθ’ ύψος δόμησης.
Μια τέτοια προοπτική θα αποτελέσει το ξεκίνημα μιας σειράς εφικτών λύσεων που θα δώσουν νόημα στην ζωή των κατοίκων της πρωτεύουσας που αργοπεθαίνει αν και δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε.
Είναι προφανές ότι μια νεκρή πρωτεύουσα θα μεταδώσει την μόλυνση και το θανατικό και στα περιβάλλοντα προάστιά της. Κανένα σώμα δεν επιβιώνει χωρίς υγιή εγκεφαλική και καρδιακή λειτουργία. Πιστεύει κανείς ότι ακόμα και η Κηφισιά μας θα αποτελέσει εξαίρεση;
Είναι ίσως αποτέλεσμα μελετών από εκείνες που αφειδώς ακούγονται ως προϋπόθεση του κάθε έργου στις μέρες μας από τους πολύχρωμους περιβαλλοντολόγους, που όμως αποτυγχάνουν παταγωδώς να δώσουν λύσεις για εμάς τους πολίτες που περιμένουμε να απολαύσουμε το πράσινο. Εκείνο στο οποίο βεβαιωμένα δεν αποτυγχάνουν οι περί πρασίνου μελέτες είναι στο να εξασφαλίζουν εισόδημα για τους εμπόρους φυτών που αναλαμβάνουν να δώσουν πράσινο εκεί που σύντομα θα υπάρχει νεκρή γη...
Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε την επί σειρά ετών κυβερνητική πολιτική που είδαμε να εκφράζεται «θαρραλέα», με την αντικατάσταση εκατομμυρίων φυτών για τους Ολυμπιακούς αγώνες, από φαραωνικές κατασκευές που έμειναν ανεκμετάλλευτες
Τα θέματα πρασίνου και ανάγκης εξεύρεσης λύσεων για το λεκανοπέδιο, ιδιαίτερα σε περιοχές που η έλλειψή του είναι περισσότερο από προφανής όπως η Κυψέλη και το Παγκράτι, έφερε στο προσκήνιο το νέο Φαραωνικό έργο του μελλούμενου Πάρκου του Ελληνικού.
Πολλά έχουν λεχθεί για αυτό το Πάρκο και σε αυτά συγκαταλέγονται τα πλέον άστοχα για οποιοδήποτε μελετώμενο έργο στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας. Και εδώ ο κοινός παρονομαστής έχει αρνητικό πρόσημο εφόσον όλες οι προτάσεις στερούνται κάθε έννοιας βιωσιμότητας...
Και ποιος δεν θα ήθελε να έχει 6.000 στρέμματα «παρθένου» δάσους μέσα στην πόλη αλλά τέτοια δάση τα έχουμε 500 μέτρα ποιο εκεί και τα καιμε για να τα κάνουμε οικόπεδα διότι ακόμα υπάρχουν οι απερίγραπτοι από εμάς που αντιλαμβάνοντα ως ανάπτυξη την τσιμεντοποίηση άνευ ορίων λογικής αλλά και αισθητικής...
500 μέτρα ποιο εκεί αρχίζουν οι υπώρειες του Υμηττού και σε μικρότερη απόσταση άλλες υπώρειες βουνοπλαγιών που αποτελούν συνέχεια του ίδιου ορεινού όγκου αλλά εμείς επιμένουμε να τις καιμε χωρίς να είμαστε ικανοί να βρίσκουμε τους εμπρηστές διότι ποτέ δεν θελήσαμε να δημιουργήσουμε μία ικανή υπηρεσία που να ξεκινά την έρευνά της συσχετίζοντας τις πυρκαγιές με τους οικοπεδικούς συνεταιρισμούς και τους όποιους ιδιοκτήτες σκάνε μύτη αυθαιρετώντας μετά από αυτές...
Η υποκρισία μας συνεχίζεται διότι τάχα μας λείπουν οι δασικοί χάρτες ενώ σήμερα δεν τους χρειαζόμαστε πλέον εφόσον με τις δορυφορικές απεικονίσεις έχουμε ανά πάσα στιγμή την πραγματικότητα εξελισσόμενη δυναμικά μπροστά μας.
Ένα πάρκο 6000 χιλιάδων στρεμμάτων στην περιοχή του Ελληνικού θα έχει την ίδια και χειρότερη τύχη με το εξαθλιωμένο άλσος του Τρίτση στην δυτική πλευρά του λεκανοπεδίου. Εκεί οι δήμοι, με αξιοθρήνητο ύφος, πετούν το μπαλάκι των ευθυνών στην κεντρική εξουσία που δεν τους παρέχει τα αναγκαία για τη συντήρησή του.
Το ίδιο πολύ σύντομα θα ισχυρίζονται και οι περιβάλλοντες το Πάρκο του Ελληνικού δημοτικοί άρχοντες εφόσον σήμερα δεν είναι σε θέση ούτε τα αλσύλλια που διαθέτουν να περιποιηθούν αξιοπρεπώς.
Ένα άλσος 6000 στρεμμάτων έχει εξαιρετικές απαιτήσεις σε νερό και σε φροντίδα εκτός και αν είναι ένα εγκαταλελειμμένο δάσος, άμορφο όπως εκείνα στις πλαγιές του Υμηττού για οποία πολλά εξαγγέλθηκαν και τίποτα δεν έγινε από πλευράς προσβασιμότητας των περιπατητών.
Ένα άλσος, 6000 στρεμμάτων στο Ελληνικό, δεν θα αλλάξει το μικροκλίμα του λεκανοπεδίου ούτε θα βοηθήσει τους ταλαιπωρημένους κατοίκους του κέντρου της πόλης.
Αντίθετα η ευφυής εκμετάλλευση του άλσους των 6000 στρεμμάτων θα μπορούσε να προσφέρει πολλά, πάρα πολλά στον δεινοπαθούντα, αναμφίβολα από απερισκεψία, αστικό πληθυσμό της Αθήνας.
Σε αυτό φαίνεται να συμφωνούν όλοι εκείνοι που τους διακρίνει η εμπειρία και η πρακτικότητα που είναι αποτέλεσμα επιστημονικής γνώσης σε αντίθεση με τη δήθεν επιστημονικότητα μιας κατάπτυστης μελέτης που κυκλοφόρησε πρόσφατα από το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο.
Όποιος είχε την ατυχία να διαβάσει τις λεπτομέρειες αυτού του ανοσιουργήματος θα διαπιστώσει ότι είναι έργο ερασιτέχνη, που δεν θα πρέπει να έχει περάσει την πύλη αυτού του άλλοτε κορυφαίου μορφωτικού ιδρύματος της χώρας.
Ούτε λίγο ούτε πολύ επικυρώνει την απραξία με μοναδική προς το παρόν παρέμβαση την απομάκρυνση των διαφόρων εμποδίων που τεμαχίζουν τον χώρο σε εκατοντάδες μικρά τμήματα με αντίστοιχο αριθμό κτισμάτων, τα περισσότερα από τα οποία είναι παραπηγματικής έμπνευσης από την εποχή που στέγαζαν τις λιτές κτιριακές ανάγκες της βάσης του Ελληνικού.
Μέσα στον υποτιθέμενο ενιαίο χώρο του μελλοντικού πάρκου υπάρχουν σήμερα 389 κτίρια που καλύπτουν 713 στρέμματα!!! Και μόνο αυτά αν κατεδαφίζονταν και αντικαθίσταντο, από πολυτελή κτίρια κορυφαίας αισθητικής για την κάλυψη αναγκών υψηλού επιπέδου τουρισμού, θα έδιναν μια οικονομική ανάσα στο εγχείρημα της βιωσιμότητας του μελλοντικού πάρκου.
Όμως η μελέτη του Πολυτεχνείου δεν συνιστά καθόλου αυτό... Ναι, δεν το προτείνει αναγνωρίζοντας έμμεσα αξία στις πολυάριθμες παραπηγματικές εγκαταστάσεις του παλαιού στρατοπέδου και αεροδρομίου. Προτείνει μάλιστα να μην γίνει η υπογειοποίηση της λεωφόρου Ποσειδώνος διότι είναι λεει πολυδάπανη αλλά να αποδοθούν έτσι, ως έχουν αλλά απερίφρακτα, τα χωράφια γης στον πληθυσμό των γύρω δήμων..
Να τα κάνουν τι τα χωράφια με τους τόνους ασφάλτου και μπετόν και την έλλειψη ακόμα και των βασικών υποδομών ύδρευσης και αποχέτευσης κατάσταση που προοιωνίζει ότι η περιοχή πολύ σύντομα θα καταντήσει ο υπαίθριος απόπατος ολοκλήρου του λεκανοπεδίου. Βέβαια δεν παραλείπει, η ίδια μελέτη του ΕΜΠ, να επισημάνει με το τρέχον μοδάτο και λαϊκίζον ύψος, την αποεγκατάσταση των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος από το παράκτιο μέτωπο της περιοχής.
Σε αυτή την σχεδόν τραγελαφική μελέτη έρχεται να απαντήσει ο Έλληνας την καταγωγή καθηγητής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Σπύρος Πολλάλης.
Ο καθηγητής Πολλάλης, συμφωνεί απόλυτα με τις υποδείξεις του αρχιτέκτονα Αθεμπίγιο που είχε προσκληθεί ειδικά γιαυτό το θέμα από τον κύριο Παπανδρέου στην Αθήνα, ως ο εμπνευστής της αναβάθμισης της Βαρκελώνης για τους Ολυμπιακούς του 1992.
Και οι δύο αντιλαμβάνονται ότι οι εμμονές των ανεύθυνων τοπικών παραγόντων αλλά και των κυβερνητικών στελεχών δεν έχουν καμία δυνατότητα επιτυχίας...
Ο καθηγητής Πολλάλης δεν διατηρεί ενδοιασμούς λόγω πολιτικών θέσεων ούτε επιδιώκει να εμφανίζεται ως βασιλικότερος του βασιλέως χάριν κάποιας δοτής μορφής εξουσίας που ασφαλώς δεν κατέχει.
Ο καθηγητής Πολλάλης λέει καθαρά ότι αν θελήσουμε να έχουμε ένα Πάρκο 6000 στρεμμάτων δεν θα έχουμε καμία δυνατότητα να το συντηρήσουμε. Αντίθετα ένα πάρκο 2000 στρεμμάτων θα μπορούσε οριακά να γίνει εφικτό με την υπόλοιπη περιοχή να αποτελέσει στοιχείο διαπραγμάτευσης και αντικατάστασης με ζώνες εντός των πυκνοδομημένων περιοχών της πρωτεύουσας.
Εάν διαμορφωθεί ένα επιχειρηματικό πλάνο που θα στηρίζεται σε βιώσιμες ενέργειες και εφικτές δραστηριότητες στον χώρο του Πάρκου του Ελληνικού, τότε τα χρήματα που θα αποκτηθούν από την πώλησή τους θα χρησιμοποιηθούν για την απαλλοτρίωση ολόκληρων τετραγώνων αστικών περιοχών που βρίσκονται στα όρια της εξαθλίωσης. Ακόμα και αν τα τετράγωνα που θα αποκτηθούν και απαλλαγούν από τα κτίσματά τους παραμείνουν χέρσα, πάλι το όφελος θα είναι σημαντικό.
Με τις κατόπιν μελέτης δομήσιμες περιοχές του Πάρκου (ήδη αναφέρθηκαν 713 στρέμματα κατειλημμένα από άθλια κτίσματα) θα μπορούσαμε να έχουμε ακόμα ένα πλεονέκτημα..
Οι επιχειρηματίες που θα αναλάβουν την εκμετάλλευσή τους θα αναλάβουν ταυτόχρονα και την συντήρηση ενός σημαντικού μέρους του περιβάλλοντος χώρου ώστε η έκταση που θα απομείνει για να συντηρείται από τους κατά παράδοση χαμηλής εμπιστοσύνης δημοτικούς άρχοντες να είναι μικρή και ελέγξιμη.
Μια τέτοια προοπτική εκτός του ότι θα φέρει δραματικές αλλαγές στο κέντρο της Αθήνας η οποία παραμένει από τις ελάχιστες αν όχι η μοναδική ευρωπαϊκή πόλη όπου δεν έχουν αρχίσει να γκρεμίζονται οι παλιές ανάξιες λόγου οικοδομές, τετράγωνο προς τετράγωνο, θα δώσει αναπτυξιακό χαρακτήρα στο όλο εγχείρημα στα πλαίσια βέβαια ουσιαστικών αλλαγών του πολεοδομικού κανονισμού που θα πρέπει να απαλλαγεί από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος όπως ο απαράδεκτος περιορισμός της καθ’ ύψος δόμησης.
Μια τέτοια προοπτική θα αποτελέσει το ξεκίνημα μιας σειράς εφικτών λύσεων που θα δώσουν νόημα στην ζωή των κατοίκων της πρωτεύουσας που αργοπεθαίνει αν και δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε.
Είναι προφανές ότι μια νεκρή πρωτεύουσα θα μεταδώσει την μόλυνση και το θανατικό και στα περιβάλλοντα προάστιά της. Κανένα σώμα δεν επιβιώνει χωρίς υγιή εγκεφαλική και καρδιακή λειτουργία. Πιστεύει κανείς ότι ακόμα και η Κηφισιά μας θα αποτελέσει εξαίρεση;
No comments:
Post a Comment