Πολλοί απο μας έχουν διαπιστώσει την συνήθεια των νέων μας να καταλαμβάνουν τα καθίσματα των καφενείων ή café και να συλλογιούνται όχι ασφαλώς για τις μεταφυσικές αγωνίες του ανθρώπου αλλά για τα καθημερινά, την δουλειά, το κορίτσι ή το αγόρι του καθενός, την παρέα και τη διασκέδαση.
Είναι αυτά τα προβλήματα στα οποία θα έπρεπε να είχαν ανατρέξει απο καιρό και οι Έλληνες ιδιοκτήτες café για να αντιμετωπίσουν την επιδείνωση στην σχέση χρόνου κατάληψης και εσόδων απο τα τραπεζοκαθίσματά τους.
Σκεφτείτε να διέθετε έναν οικογενειακό σύμβουλο, ένα σύμβουλο εργασίας ή ακόμα και έναν ψυχολόγο μεταξύ των εργαζομένων του το κάθε café προσφέροντας δωρεάν συνεδρίες... Θα ξεπέταγε τους προβληματισμούς των νεαρών και θα ελευθέρωνε τα τραπεζοκαθίσματα για τους επόμενους νεαρούς πελάτες του.
Ο καθημερινός προβληματισμός των ιδιοκτητών café για την εμπορική τύχη των επιχειρήσεών τους θα είχε απαντηθεί ως δια μαγείας.
Όμως, δεν έμελλε ούτε οι ιδιοκτήτες των café ούτε η κοινωνία μας ολόκληρη να είναι τόσο εφευρετική διότι αν είχε λύσει το “πρόβλημα του καφενείου”, θα είχε ισως λύσει και πολλά άλλα τρέχοντα προβλήματα της κοινωνίας και της καθημερινής μας ζωἠς, μέσα στις αφιλόξενες πόλεις μας.
Έλα όμως που υπάρχει και η θεωρητική πλευρά του θέματος που ξεφεύγει απο τον χώρο των café αν και δανείζεται το παράδειγμά τους...
Μέχρι πρόσφατα, δεν έβλεπα, όπως και οι περισσότεροι, ότι η κουλτούρα του φραπέ ήταν δικαιολογημένη λόγω των προβληματισμών των νέων που θέλουν τον χρόνο τους για να αντιμετωπιστούν.
Όμως άλλαξα άποψη όταν μελέτησα τις θέσεις του αρχιτέκτονα Δ. Φιλιππίδη, ενός εκ των πλέον προβεβλημένων αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, με τεράστιο συγγραφικό έργο για τους παραδοσιακούς οικισμούς της χώρας.
Ο αρχιτέκτων και καθηγητής Φιλιππίδης αναφέρει τρεις σχολές στις αρχιτεκτονικές τάσεις:
Την παντοδύναμη παλιά σχολή, η οποία πιστεύει οτι έχουμε τα εργαλεία να κάνουμε τη δουλειά, να αναμορφώσουμε δηλαδή, παρεμβαίνοντας κατά το δοκούν, τις πόλεις μας.
Την σχολή του “φραπέ”. Όσοι την υποστηρίζουν ισχυρίζονται κατά τον καθηγητή, ότι έχουμε πόλεις με πολύ ηλιοφάνεια και χαμηλή σχετικά εγκληματικότητα ενώ είμαστε μεσογειακός και ζεστός ή άλλως κοινωνικός λαός που χαρακτηρίζει μιά μόνιμα φιλική προδιάθεση.
Εαν στην πρώτη σχολή βλέπουν την κάθε πόλη μηχανικά και θεωρούν οτι μπορούν να μας παραδώσουν οποιαδήποτε αλλαγή με το κλειδί στο χέρι, στη δεύτερη η πόλη δεν είναι παρά ένα ανατολίτικο καφενείο...
Μεταξύ των δυο, υπάρχουν και οι λάτρεις της αισθητικής που βλέπουν την πόλη ως ένα τεράστιο έργο τέχνης...
Ο αρχιτέκτων Φιλιππίδης προτιμά την σχολή του καφενείου διότι δεν αρέσκεται στις έτοιμες και επιβαλλόμενες άνωθεν λύσεις.
Προτιμά οι λύσεις να ωριμάζουν μέσα από την κουβέντα όπως οι απαντήσεις στους προβληματισμούς των νέων τη συνοδεία φραπεδιάς.
Στη αρχή εντυπωσιάστηκα και είπα: Να ένας άνθρωπος που αφιέρωσε τη ζωή του στα προβλήματα δόμησης των πόλεων και της σχέσης αυτής της δόμησης με τον άνθρωπο, διοτι αυτό κυρίως προσφέρει η αρχιτεκτονική και γιαυτό μένει ανά τους αιώνες ως η βασικότερη των τεχνών που μας ανακαλεί σε εποχές και μεγαλεία πολιτισμών που χάθηκαν.
Ποιος δεν αισθάνεται συγκίνηση απο μια μεταφυσική αίσθηση, λέει ο Βρετανός συγγραφέας Κρίστοφερ Χίτσενς, όταν αναβαίνει στον βράχο της Ακρόπολης και αντιμετωπίζει τον Παρθενώνα;
Το μεταφυσικό δέος ομολογείται εδώ από έναν άνθρωπο που αφιέρωσε την ζωή του σε πραγματείες ενάντια στο Θεό, ενώ δηλώνει αντιθεϊστής χωρίς καμία επιφύλαξη.
Οταν επομένως αυτή είναι η διάσταση και το μεγαλείο της αρχιτεκτονικής για τον άνθρωπο, τότε οι θέσεις του καθηγητή Φιλιππἰδη επιδέχονται αναθεώρηση.
Βέβαια τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, δεν είναι μαύρα ή άσπρα, ποτέ δεν ήταν.
Βασικό επιχείρημα στην υποστήριξη της σχολής του “φραπέ” είναι ότι στη χώρα μας δεν υπήρξε ποτέ ουσιαστική συνειδητότητα της ανταποδοτικότητας και έτσι το κράτος, παρά τις προσπάθειές του, δεν είχε την συνεργασία των πολιτὠν, όλων των πολιτών, ώστε τα όσα έγιναν ή σχεδιάστηκαν να γίνουν να έχουν προοπτική και μέλλον...
Στην περίπτωση της παρέμβασης στου Ψυρρή π.χ., όπου σήμερα ο Δήμαρχος της Αθήνας προσπαθεί να προλάβει απο τον αργό θάνατο το πάλαι ποτέ λαμπρό πολιτισμικό εγχείρημα, οι μαγαζάτορες μεν έκαναν οτι μπορούσαν για να αναπαλαιώσουν τα ετοιμόρροπα εργαστήρια βυρσοδεψίας ή τα εγκαταλελειμμένα σιδηρουργεία αλλά οι θαμώνες το είδαν διαφορετικά... και ακολούθησαν το “Καβάλα πάει στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάει” που λέει και το δημώδες άσμα, μόνο που τώρα η ιπποδύναμή τους είχε την παγωνιά του ατσαλιού...
Η περιοχή μετατράπηκε αρχικά σε ένα κάστρο ηχητικής ρύπανσης, τα τείχη του οποίου διαμόρφωνε ἐνα απέραντο πάρκινγ, καταστρέφοντας κάθε ρομαντισμό αλλά και δυνατότητα επιβίωσης του εγχειρήματος.
Το παράδειγμα του Ψυρρή δεν είναι το μόνο που έδειξε σημεία κόπωσης ώστε να ενεργοποιήσει μια σειρά νέων ενεργειών, από τον Δήμαρχο Αθηναίων όπως η αυστηροποίηση της απαγόρευσης των ΙΧ στην περιοχή και η επικείμενη πεζοδρόμηση της Οδού Αθηνάς, που όμως συναντά την αντίσταση των εξευγενισμένων πλέον καταστηματαρχών κιγκαλερίας.
Όμως έχουμε και παραδείγματα παρεμβάσεων που ο καθηγητής Φιλιππίδης αποφεύγει να αναφέρει διότι εκεί η επιτυχία των έργων είναι προφανής, όπως στην Πλάκα, παρά το ότι παραμένουν ημιτελή...
Το συμπέρασμα που καταλήγει κανείς μελετώντας το σκεπτικό του επιτυχημένου αρχιτέκτονα είναι οτι ενώ η προτεινόμενη μέθοδος ίασης εξάπτει την λαϊκή φαντασία, δεν διευκολύνει στο να βρεθεί μια αποτελεσματική σύνδεση με τις αιτιάσεις των προβλημάτων. Αλλωστε σε ποια συζήτηση καφενείου κατανοούνται σε βάθος τα όποια κοινωνικά προβλήματα;
Απο την άλλη, στην περίπτωση που οι παρεμβάσεις αποτελούν αποστειρωμένες λύσεις για μια περιοχή, παραμένουν ξένο σώμα που εγκυμονεί να απορριφτεί απο τον οργανισμό της πόλης... Έστι ακριβώς συμβαἰνει και στην νέα πόλη που προέκυψε απο το Ολυμπιακό χωριό.
Εκεί είχαν την ατυχή έμπνευση να πακετάρουν την εργατική τάξη λες και αποτελεί εμπόρευμα που θέλει τον αποκλειστικό του χώρο, επαναλαμβάνοντας τα λάθη των παρεμβάσεων στο εξωτερικό, μετά τον ΒΠΠ, οπότε ανασυστάθηκαν οι ευρωπαϊκές πόλεις και κάθε καθαρόαιμη παρεμβατικότητα οδήγησε στην γκετοποίηση, στην κοινωνική υποβάθμιση και τελικά στην καταστροφή των κοινωνικών δομών και στην εγκληματικότητα.
Το έζησα προσωπικά στην πόλη του Coventry το 1977, όταν οι Πανεπιστημιακές αρχές μου προσέφεραν, ως φοιτητική στέγη, μονοκατοικία σε νέα αλλά βανδαλισμένη οικιστική περιοχή...
Όποιον έστελναν εκεί οι δημοτικές αρχές έφευγε λόγω υψηλής εγκληματικότητας... Προφανώς κανένας φοιτητής δεν διέμεινε τελικά στην περιοχή.
Κάτι αντίστοιχο, σε ηπιότερη μορφή, έχουμε και στο δικό μας Ολυμπιακό χωριό που απο υποσχόμενος παράδεισος έχει ήδη μετατραπεί σε επίγεια κόλαση λόγω της μη κατανόησης απο τους ειδήμονες οτι δεν πρέπει να στοιβάζεις, με το έτσι θέλω, μόνο οικονομικούς μετανάστες ή εργατικές οικογένειες σε μια περιοχή που δεν καταλαβαίνουν διότι ποτέ δεν έζησαν σε κάτι αντίστοιχο.
Καταλήγουμε λοιπόν, αν αφήσουμε την πόλη της αισθητικής, την πόλη του μηνύματος του Περικλή, την πόλη δηλαδή των μνημείων και της πολιτιστικής αναφοράς..., στην πόλη που θα προέλθει απο τις αέναες συζητήσεις στο ανατολίτικο καφενείο ή διαφορετικά στη λύση της φραπεδιάς.
Το κακό με αυτή τη λύση είναι οτι προσφέρεται μέσα από εξαιρετικά αργές διαδικασίες που για τον λόγο αυτό μαυρίζουν τις ψυχές των καφειδιοκτητών που ως μόνο αντιπερισπασμό βλέπουν το ανέβασμα των τιμών σε ανείπωτα για τα δεδομένα της ΕΕ ύψη ενώ ελάχιστοι φαίνεται να διακρίνουν την αιτία αυτής της πληθωριστικής συνιστώσας αφού ως συνήθως οι πολλοί αρκούνται στο να εστιάζουν στο δάκτυλο χάνοντας την ομορφιά του “φεγγαριού”...
Η σχολή της φραπεδιάς έχει αναμφίβολα και τα πλεονεκτήματά της με πρώτο απο όλα το οτι είναι παιδί ενός γενικότερου λαϊκού κοινωνικού προβληματισμού χωρίς άνωθεν πιέσεις αλλά αισθάνομαι ότι θα θρηνήσουμε πολλές περιπλοκές στην ψυχική και σωματική μας υγεία περιμένοντας τα αποτελέσματα.
Αλλωστε πολλά απο τα παιδιά των café δεν θα καταφέρουν ποτέ να βρουν αξιόπιστες απαντήσεις στους νεανικούς προβληματισμούς τους, όσους φραπέδες και αν αναλώσουν.
Πολυ φοβάμαι οτι έτσι η αθλιότητα των πόλεών μας και ιδιαίτερα του Αθηναϊκού Αττικολεκανοπεδίου θα μείνει η μόνη ανάμνηση για τους ζώντες με την ευχή και μόνο να επιληφθούν του θέματος οι απόγονοί μας.
Το ερώτημα επομένως επανέρχεται μήπως αδράξουμε την λύση που προσφέρει η σχολή της παρεμβατικότητας, η σχολή που πιστεύει οτι ὀλα μπορούν να γίνουν αλλά με πρόγραμμα και με σχεδιασμό με την προϋπόθεση οτι οι προτάσεις θα εξυπηρετούν τους κατοίκους της περιοχής που θα αφορούν.
Ισως αυτή η προοπτική να αποτελεί και την προτιμότερη για τους δημοτικούς άρχοντες της πόλης μας... για να διατηρήσουμε οτι απέμεινε απο την Κηφισιά των παλαιών μας αναμνήσεων.
Η ιστορία του Ελληνικού Χρέους...
Το “πρόβλημα του καφενείου” και η “σχολή της φραπεδιάς...”
Αναρτήθηκε από Παναγιώτης Μπαζιωτόπουλος στις Monday, May 18, 2009
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment